Προοπτική ταχύτερης ανάκαμψης βλέπουν οι τράπεζες μετά τα αποτελέσματα της κάλπης

28 Μαΐου 201908:22

Της Νένας Μαλλιάρα

Προοπτικές για επιτάχυνση της ανάπτυξης με την εισροή πολύτιμων ξένων επενδύσεων και διαμόρφωση ενός φιλικότερου κλίματος προς το επιχειρείν με άμεσο θετικό αντίκτυπο στην ενίσχυση της απασχόλησης, βλέπουν οι τράπεζες μετά τα αποτελέσματα της τριπλής κάλπης της 26ης Μαΐου.

Η διαφορά που προέκυψε μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων στις εκλογές της Κυριακής διασφαλίζει πως την επομένη των βουλευτικών εκλογών δεν θα προκύψει ένα αβέβαιο και ασταθές πολιτικό περιβάλλον και επιπλέον δεν θα διασαλευτεί η προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις. Περαιτέρω, η διαφαινόμενη κυβερνητική αλλαγή προς ένα αναπτυξιακό μοντέλο συμβατό με την παγκόσμια αγορά, δημιουργεί για Οικονομία και τράπεζες, ως συγκοινωνούντα δοχεία, προϋποθέσεις για γρήγορη ανάκαμψη.

Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο Capital.gr, μετά τις εκλογές της 26ης Μαΐου, οι αγορές βλέπουν αλλαγή κυβερνητικής σκυτάλης στην Ελλάδα προς ένα μοντέλο που στοχεύει στην αύξηση του ΑΕΠ μέσω επενδύσεων και στη μείωση των φορολογικών συντελεστών για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και τη μείωση της ανεργίας. Πρόκειται για ένα μοντέλο ανάπτυξης που αποτελεί προϋπόθεση για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την αύξηση των εισοδημάτων, τη δημιουργία πλούτου, την αύξηση των φορολογικών εσόδων και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κοινωνικής συνοχής και προστασίας των πλέον οικονομικά αδύναμων.

Το μοντέλο αυτό είναι το ζητούμενο για την ανάκαμψη της ελληνικής Οικονομίας, η οποία ναι μεν έχει περάσει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης, μετά από μία σωρευτική συρρίκνωση της τάξεως του 25%, ωστόσο αυτή δεν επαρκεί για να βγάλει τη χώρα από το τέλμα.

Οι τραπεζίτες έχουν τονίσει ότι για την οικονομική ανάκαμψη σε επίπεδα προ κρίσης, απαιτούνται ρυθμοί ανάπτυξης της τάξεως του 3% – 4% για τα επόμενα έτη, με σημαντική μεγέθυνση των επενδύσεων, οι οποίες θα πρέπει να αυξηθούν κατά 20 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Την επιτακτική ανάγκη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, δεδομένου του μεγάλου αποταμιευτικού κενού στη χώρα, έχουν επισημάνει συνεχώς τα προηγούμενα χρόνια θεσμικοί φορείς, από τον διοικητή της ΤτΕ μέχρι τον ΣΕΒ και το ΙΟΒΕ και σύσσωμοι οι τραπεζίτες. Ο μέχρι πρότινος πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Ν. Καραμούζης είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ότι “θα απαιτηθούν υψηλά και χωρίς προηγούμενο ποσοστά αύξησης των εξαγωγών και των επενδύσεων για τουλάχιστον 10 χρόνια για την επίτευξη ετήσιων ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ άνω του 3% τα επόμενα χρόνια. Η υλοποίηση αυτών των φιλόδοξων στόχων θα απαιτήσει συνέχιση και εμβάθυνση των αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων, καθώς και προσήλωση στη δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική και θεσμική σταθερότητα”.

Σημειώνεται ότι οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ υποχώρησαν στο 11,1% του ΑΕΠ το 2018 από 12,9% που ήταν το 2017. Και αυτό, όταν κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι επενδύσεις αποτελούν το 20,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.

Το “καυτό” θέμα των επενδύσεων προκειμένου να υπάρξει ανάπτυξη που θα ξεκολλήσει την ελληνική Οικονομία από το τέλμα και θα την βάλει σε τροχιά σταθερής και δυναμικής ανάκαμψης, είναι μείζον για τις τράπεζες.

Και αυτό διότι από την ανάκαμψη της Οικονομίας θα κριθεί η εξυγίανση των ελληνικών τραπεζών και η δυνατότητά τους να επιστρέψουν στο ρόλο του χρηματοδότη της Οικονομίας.

Στην επίτευξη υψηλότερης και ταχύτερης μεγέθυνσης του ΑΕΠ και στη μείωση της ανεργίας ποντάρουν οι τράπεζες για να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επαναφέροντας, μέσω ρυθμίσεων, μεγάλο μέρος αυτών σε ομαλή αποπληρωμή. Επιπλέον, η προσδοκία ταχύτερης ανάπτυξης και η επίτευξή της θα ανεβάσουν τις αξίες των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών και εν προκειμένω την αξία των ενεχύρων που έχουν έναντι μη εξυπηρετούμενων δανείων.

capital.gr

Αρθρογράφος