Ο τουρισμός στη Ροδόπη έχει ανάγκη από «παραμυθάδες»

16 Ιουλίου 201710:43

Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης

Προσεγγίζοντας το θέμα της τουριστικής ανάπτυξης κι αξιοποίησης της περιοχής μας, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, κατ’αρχάς, τα διεθνή πρότυπα μελέτης, τα οποία μελετούν τη συμπεριφορά των εμπλεκόμενων στον τουρισμό (των τουριστών, των επιχειρηματιών, των ντόπιων κατοίκων και των εκπροσώπων των φορέων).

Από όσο γνωρίζω, δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη μελέτη ή εκπαιδευτική εργασία ή επιστημονική έρευνα στην  περιοχή μας (που τυγχάνει κι έδρα του ΔΠΘ) η οποία θα μπορούσε να αναδείξει την παθογένεια του ανύπαρκτου τουρισμού της Ροδόπης και θα έθετε τις βάσεις για την ανάπτυξη του σημαντικού αυτού κλάδου της οικονομίας.

Ξεφεύγοντας από την αριθμολαγνεία και την λογιστική καταμέτρηση το σίγουρο είναι ότι χρειάζεται στόχος και σχέδιο προσδιορίζοντας κατ’αρχήν το είδος των επισκεπτών που θέλουμε να προσελκύσει η περιοχή, δίνοντας έμφαση σε ειδικά κοινά που θέλουμε να προσελκύσουμε, καθώς η περιοχή μας δεν μπορεί να αναδειχθεί σε κέντρο μαζικού τουρισμού.

Η Ροδόπη θα μπορούσε να απευθυνθεί σε εναλλακτικούς τουρίστες (οικοτουρίστες, αναζητητές πνευματικότητας, κοκ) ή να δημιουργήσει ένα ενδιαφέρον διατροφικό «παραμύθι» με το «πρωϊνό» της Ροδόπης, την ποντιακή γαστρονομία κοκ.  Πόσες άραγε επιχειρήσεις από τον χώρο της εστίασης χρησιμοποιούν και αναδεικνύουν τοπικά ή και βιολογικά προϊόντα;

Ο τοπικός πληθυσμός έχει αντιληφθεί το ρόλο του τουρισμού στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και είναι, άραγε , έτοιμος να συμμετάσχει σε ένα rebranding του τόπου μας με όραμα και σχέδιο; Τόσα φεστιβάλ, ανταμώματα κοκ θα μπορούσαν να γίνονται συντονισμένα αναδεικνύοντας πολιτιστικά και ιδιαίτερα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργούνταν προϋποθέσεις για τα προσδοκώμενα οικονομικά οφέλη.

Οι τοπικοί φορείς πέρα από τις γενικολογίες για   περιβάλλον, προσβασιμότητα, γαστρονομία, παρατήρηση πουλιών, παραλίες,  άυλη πολιτιστική κληρονομιά , παράδοση και πολυπολιτισμικότητα αδυνατούν  να υιοθετήσουν ένα συγκεκριμένο μοντέλλο «τουριστικής διακυβέρνησης». Ίσως, επειδή, από οικονομικής απόψεως ο τουρισμός είναι μερικής υποαπασχόλησης δραστηριότητα  για την Ροδόπη δεδομένου ότι η τοπική οικονομία παραμένει διαφοροποιημένη

Μία ελπίδα υπήρχε με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μαρωνείας κκ Παντελεήμονα για την ανάπτυξη του αποκαλούμενου θρησκευτικού τουρισμού αλλά μάλλον  επρόκειτο για ευσεβείς πόθους αφού δεν έχει γίνει τίποτα για την αναγνωρισιμότητα και την ελκυστικότητα των θρησκευτικών μνημείων της περιοχής μας για τον εσωτερικό και διεθνή τουρισμό ενώ και κάποιοι χώροι που θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε κέντρα πολιτισμού και πνευματικής δραστηριότητας έχουν αφεθεί στην τύχη τους και στη φθορά του χρόνου.

Τροχοπέδη για την ανάπτυξη της περιοχής αποτελεί και η εσφαλμένη εικόνα που έχει δημιουργηθεί για την περιοχή ως πεδίο θρησκευτικών και διεθνοτικών ανταγωνισμών και αυτό αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των ποικιλώνυμων φορέων της περιοχής μας που συντηρούν ένας ψευδές αφήγημα για δικούς του λόγους εξυπηρετώντας εξωχώρια κέντρα που δεν επιθυμούν την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και την αρμονική συνύπαρξη των σύνοικων  στοιχείων. Άλλωστε  η προσέλκυση τουριστών σε μια περιοχή δεν γίνεται με βάση το πως οι κάτοικοι του προορισμού αντιλαμβάνονται τη σπουδαιότητα των πόρων που διαθέτουν, αλλά με βάση την αντίληψη που έχουν γι’αυτούς οι υποψήφιοι επισκέπτες.

Θα παραλείψουμε το κεφάλαιο τουρίστες εκ Βουλγαρίας/Ρουμανίας, κάθετος άξονας αφού πρόκειται για «διερχόμενους τουρίστες» με μικρής διάρκειας παραμονή και χαμηλή ημερήσια δαπάνη, την οποία ούτε αυτή δεν εισπράττει η περιοχή και ιδίως η Κομοτηνή λόγω της ανυπαρξίας ανάλογων χώρων (ολοκληρωμένοι σταθμοί ΣΕΑ, πρατήρια, πολυχώροι εστίασης και ανάπαυλας).

Θα επιμείνουμε στην  ανάπτυξη των ειδικών μορφών τουρισμού  για τους οποίους όμως χρειάζετα η ικανοποίηση ενός αριθμού βημάτων που ξεκινά από την ύπαρξη αντίστοιχων πόρων και φθάνουν μέχρι την κατάλληλη επικοινωνιακή πολιτική.

Ο τουρισμός στη Ροδόπη έχει ανάγκη από «παραμυθάδες», από αυτούς που οργανωμένα θα παρουσιάσουν αυτό το «κάτι» που θα προσελκύσει  επισκέπτες και θα αναδείξει την ταυτότητα της περιοχής μέσα από διαδικασίες συναπόφασης και συνέργιας.

Μέχρι τότε θα περιοριζόμαστε σε μαζώξεις με όρους  υπαιθρίων μουσικών σχημάτων και σε υπαίθριες λατρευτικές συναθροίσεις.

Κλείνοντας θα σταθούμε για λίγο στο μοντέλο του «φοιτητικού τουρισμού» που στηρίζεται κυρίως στην «εύκολη» κατανάλωση χωρίς την δημιουργία του παραμυθιού της φοιτητούπολης (όσον αφορά στην Κομοτηνή) που θα μπορούσε να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη άλλων μορφών ειδικού τουρισμού.  Το γεγονός ότι αυτό κάποτε ξεκίνησε να υλοποιείται και ξαφνικά σταμάτησε θα πρέπει να μας προβληματίσει.

Αντί επιλόγου ένα υπέροχο τραγούδι που θα μπορούσε να αποτελεί και τον ύμνο της Κομοτηνής.

Αρθρογράφος