Είναι η Σαρία και οι Μουφτήδες Θράκης το δώρο του ΣΥΡΙΖΑ στον Τ. Ερντογάν;, του Ευρ. Στυλιανίδη

2 Δεκεμβρίου 201708:47

Το καθεστώς σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας στη Θράκη εδράζεται στη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923, στη μακροβιότερη δηλαδή Διεθνή Συνθήκη, την οποία σεβάστηκε απόλυτα τόσο ο Ελευθέριος Βενιζέλος όσο και ο Κεμάλ Αττατούρκ, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.

Η έξυπνη ιδιαιτερότητα αυτής της Συνθήκης έγκειται στο γεγονός, ότι υιοθετεί ένα ιδιότυπο μοντέλο της Σαρία, που δεν έχει όμως καμία σχέση με το ακραίο πρότυπο άλλων ισλαμικών χωρών. Επί της ουσίας αποδέχεται στη Θράκη το ρόλο του Μουφτή, όχι μόνο ως θρησκευτικού αρχηγού, αλλά και ως Καδή, δηλαδή δικαστή οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου, άρα και ως Δημόσια Αρχή που σύμφωνα με το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο διορίζεται από το κράτος.

Οι αποφάσεις ωστόσο του Μουφτή ως δικαστή δεν πρέπει να έρχονται σε αντίθεση με το Ελληνικό Σύνταγμα και τους νόμους, ούτε με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Αυτός ο συνδυασμός μέχρι σήμερα παρά κάποιες περιορισμένες εξαιρέσεις συνέβαλε, πρώτον στο να εμπεδώνεται το αίσθημα θρησκευτικής ελευθερίας των μουσουλμάνων εντός μιας δυτικής χώρας που έμπρακτα σέβεται τη θρησκευτική τους παράδοση. Δεύτερον λειτούργησε παιδευτικά προς τους ίδιους προσαρμόζοντας τους στα σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα, μια που καμία απόφαση του Μουφτή δε μπορεί να πάει κόντρα σε αυτά (πρόσφατη απόφαση αστικού δικαστηρίου Κομοτηνής για διαθήκη μουσουλμάνας από οικισμό του Δήμου Ιάσμου). Έτσι οι φιλήσυχοι μουσουλμάνοι της Θράκης μετεξελίχθηκαν σε σύγχρονοι Ευρωπαίοι πολίτες που για κανένα ακραίο ισλαμισμό ή θρησκευτικό φανατισμό δε θα ήθελαν να διαταράξουν την ποιότητα της ζωής τους, εντασσόμενοι σε εξτρεμιστικά κινήματα τύπου ISIS, παρότι ίσως αποτέλεσε στόχος η στρατολόγηση τους σε αυτά.

Την ίδια στιγμή το σύστημα αυτό έδωσε στους Έλληνες μουσουλμάνους πολίτες της μειονότητας την ελευθερία μόνοι τους να επιλέγουν αν θα ακολουθήσουν στη ζωή τους το αστικό δυτικό πρότυπο οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου ή την προσαρμοσμένη στα ευρωπαϊκά στάνταρς ισλαμική θρησκευτική τους παράδοση.

Μετά την περίεργη και μουγκή συνάντηση του Δυτικοθρακιώτη στην καταγωγή, αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης Χακάν Τσαβούσογλου («αρμόδιου για ζητήματα Τούρκων του εξωτερικού») με τον Έλληνα υπουργό Παιδείας κ. Γιαβρόγλου, κάτι που για πρώτη φορά γίνεται, αναθάρρησε η φήμη για κατάργηση του υφιστάμενου καθεστώτος της Σαρία στη Θράκη.

Σύγχυση παρά αποσαφήνιση προκάλεσαν οι δηλώσεις του πρωθυπουργού στη Θράκη, όπου ανακοίνωσε ότι θα θεσμοθετήσει κάτι που ήδη ισχύει, δηλαδή την ελεύθερη επιλογή των μουσουλμάνων για το δίκαιο που θα τους διέπει.

Ωστόσο εδώ και καιρό κάποιοι ετερόκλητοι κύκλοι υποστηρίζουν την κατάργηση και το διαχωρισμό των θρησκευτικών και δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή.

Μπορεί να φαίνεται εκσυγχρονιστική μια τέτοια προσέγγιση για όσους δε γνωρίζουν σε βάθος το θεσμό, κρύβει όμως παγίδες και κάποιες επικίνδυνες εθνικά διαστάσεις. Ειδικότερα:

• Καταστρέφεται ένα μοντέλο Ανοιχτής Δημοκρατικής Κοινωνίας που απέτρεψε τη στρατολόγηση φονταμενταλιστών και τρομοκρατών με ευρωπαϊκό διαβατήριο, εμπέδωσε την ευρωπαϊκή συνείδηση σε μουσουλμάνους, σεβάστηκε απόλυτα τα μειονοτικά δικαιώματα προωθώντας την ειρηνική και δημιουργική συμβίωση χριστιανών και μουσουλμάνων και μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και όχι μόνο.

• Η δια νόμου παρέμβαση στην κατάργηση της Σαρία έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 42 §2 της Συνθήκης της Λοζάνης και επιτρέπει στην Τουρκική πλευρά να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα δε σέβεται τη Συνθήκη, ούτε τη θρησκευτική ελευθερία και λειτουργεί παρεμβατικά και όχι φιλελεύθερα ως προς τις μειονότητες. Την όποια εσφαλμένη απόφαση της Δικαιοσύνης (Άρειος Πάγος) οφείλει να την διορθώσει η ίδια η δικαιοσύνη και όχι η κυβέρνηση, διότι η νομοθετική πρωτοβουλία καθιστά το θέμα πολιτικό, αφήνοντας χώρο παρέμβασης της Τουρκίας στα εσωτερικά της Ελληνικής Δημοκρατίας.

• Η τουρκική εξωτερική πολιτική διευκολύνεται, ισχυριζόμενη ότι προασπίζεται τη θιγόμενη θρησκευτική συνείδηση να επιτύχει τον πάγιο στόχο της που δεν είναι άλλος από την τουρκοποίηση των δύο άλλων μειονοτικών ομάδων, των Πομάκων και των Ρομά. (διαχρονική επιδίωξη τους στην περιοχή)

• Η σταδιακή τουρκοποίηση της μειονότητας θα έχει ως σταθερή επιδίωξη της γείτονας την μετεξέλιξη της μειονότητας από θρησκευτική σε «εθνική» κάτι που θα ενθαρρύνει τις απαιτήσεις της γείτονος για «Συνδιοίκηση στη Θράκη» μέσω της χρήσης και ευρωπαϊκών πλέον νομικών εργαλείων, που παραπέμπουν σε υφιστάμενες περιπτώσεις (Καταλονία, Βαλωνοι-Φλαμανδοί, Λομβαρδία-Τυρόλο κλπ). Αυτή η διάθεση άλλωστε φάνηκε από τη διοργάνωση στην Κομοτηνή από το DEB του πανευρωπαϊκού συνεδρίου της FUEN, δηλαδή της ευρωκοινοβουλευτικής ομάδας των μειονοτικών κομμάτων της Ευρώπης το 2015.

•Τέλος ο διαχωρισμός δικαστικών και θρησκευτικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή διευκολύνει την απαίτηση της τουρκικής πλευράς για εκλεγμένους Μουφτήδες (κάτι που δεν ισχύει βέβαια στα άλλα μουσουλμανικά κράτη) με το επιχείρημα ότι δεν είναι πλέον Καδής-Δικαστής, δηλαδή Δημόσια Αρχή που πρέπει να διορίζεται από το ελληνικό κράτος. Έτσι ευκολότερα μπορεί να αναδειχθεί σε ένα πολιτικοθρησκευτικό ηγέτη της μειονότητας που θα παίζει το ρόλο της τουρκικής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα της περιοχής (ορισμός ιμάμηδων, διαχείριση Βακουφίων, εκλογική χειραγώγηση μειονότητας, προώθηση ενδεχομένως φονταμεταλιστικών, εθνικιστικών, νεοοθωμανικών αναθεωρητικών αντιλήψεων κλπ., δηλαδή η θρησκεία στην υπηρεσία της παρεμβατικής πολιτικής της Τουρκίας.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ο υπουργός Παιδείας κ. Γιαβρόγλου υποταγμένος σε μια ιδεοληπτική και ψηφοθηρική λογική, φαίνεται να υιοθετεί απόψεις που κάποιοι δεν δίστασαν να διατυπώσουν σε διεθνές επιστημονικό, πολιτικό και δικαστικό επίπεδο εναντίον της Ελλάδας, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό, την πάγια επιδίωξη της Τουρκίας να αποκαθηλώσει τους νόμιμους Μουφτήδες και να διασφαλίσει κατά παγκόσμια πρωτοτυπία την εκλογή ενός πολιτικοθρησκευτικού ηγέτη που θα έχει αναφορά αναμφίβολα στην τουρκική κυβέρνηση. Ίσως αυτό να είναι και ένα δώρο στον Ταγίπ Ερντογάν ενόψει της επικείμενης επίσκεψης του.

Το συμπέρασμα και σ’ αυτήν την περίπτωση είναι το ίδιο. Η τουρκική εξωτερική πολιτική με στρατηγική που τη διέπει ξεκάθαρη στοχοθέτηση, συνέπεια, συνέχεια και συστηματικότητα επιμένει κερδίζοντας συνεχώς χώρο. Αντίθετα η ελληνική πλευρά αντιδρά αποσπασματικά, πρόχειρα, βιαστικά και συνήθως υποταγμένη στα προσωπικά πάθη και τα μικροκομματικά συμφέροντα, με αποτέλεσμα συνεχώς να χάνει έδαφος ακόμα κι όταν έχει όλο το δίκιο με το μέρος της.

Αυτός είναι και ο λόγος που επιμένω πεισματικά στη σύσταση Διακομματικής Επιτροπής για τη Θράκη. Είναι πλέον αναγκαιότητα η χάραξη μια ενιαίας και διαχρονικής, διακομματικής και συνεπούς εθνικής στρατηγικής, αν θέλουμε να προλάβουμε τις εξελίξεις και να μην τις ακολουθήσουμε ως ουραγοί.

ο Δρ. Ευριπίδης Στ. Στυλιανίδης επ. καθηγητής Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρώην υπουργός, τ. βουλευτής Ροδόπης
 

Αρθρογράφος