Το ηλεκτρονικό παιχνίδι ως εργαλείο μάθησης!

1 Νοεμβρίου 201708:24

Γράφει η κ. Κωνσταντίνα Σερμπέζη*

Η εικόνα του παιδιού με το κινητό τηλέφωνο ή τα tablets που χρησιμεύει ως «κουδουνίστρα» ή έχει αναλάβει το ρόλο  baby sitter είναι πλέον αρκετά διαδεδομένη στις μέρες μας και την συναντάμε ΠΑΝΤΟΥ!

Όσο κι αν τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στην Ελλάδα είναι περιορισμένα σχετικά με την χρήση του gaming ανά ηλικία και δεν καλύπτει το σύνολο των νοικοκυριών στην χώρα μας, από μία προσεκτική ανάγνωση των δεδομένων, προκύπτει ότι σε κάθε σπίτι υπάρχουν οι «προϋποθέσεις» για την πρώτη επαφή των παιδιών με ηλεκτρονικές συσκευές.

Τα νέα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την χρήση «ηλεκτρονικών συσκευών» από βρέφη και νήπια χτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου για τις συναισθηματικές αλλά και τις αναπτυξιακές διαταραχές που μπορεί να προκύψουν.

Όπως φαίνεται από μελέτες, η αλόγιστη χρήση οθονών μπορούν να ευνοήσουν την εξέλιξη διαταραχών επικοινωνίας, κυρίως στην περίοδο της πρώτης βρεφικής ηλικίας. Αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην ζωή του παιδιού μας ,ιδίως όσον αφορά την ικανότητά του να αυτοελέγχεται και να επικοινωνεί.

Η αξιοποίηση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών – ανά τα χρόνια – αποτελεί σημαντικό κίνητρο για τους εκπαιδευόμενους, ώστε να δοκιμάσουν τις γνώσεις τους, αλλά και να τις αναπτύξουν, μέσα σε ένα κλίμα ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης,όταν βέβαια η χρήση της τεχνολογίας, γίνεται με μέτρο και για ένα συγκεκριμένο σκοπό, τη μάθηση(μιλώντας για μικρά παιδιά).

Άλλωστε, πολλοί παιδαγωγοί, εντάσσουν  ήδη από το Νηπιαγωγείο, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, καθώς τα παιδιά, πριν ακόμη φοιτήσουν στο Νηπιαγωγείο –έστω και οπτικά- έχουν  έρθει σε επαφή με τέτοιου είδους παιχνίδια, γεγονός που εγείρει το ενδιαφέρον τους, για ενασχόληση με αυτά.

Από την άλλη, και οι ίδιοι οι παιδαγωγοί, ή έστω ένα ποσοστό αυτών, έχει συνειδητοποιήσει το μεγάλο αδιέξοδο, στο οποίο έχει οδηγηθεί η εκπαίδευση, μέσα από τις παραδοσιακές μεθόδους διδασκαλίας, οι οποίες δυστυχώς, δε λαμβάνουν υπόψη ιδιαιτερότητες ή/και μαθησιακές δυσκολίες ορισμένων μαθητών.Βάσει τέτοιων ευρημάτων, είναι πολύ λογικό, που τα ηλεκτρονικά εκπαιδευτικά παιχνίδια, εντάσσονται όλο και περισσότερο μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Άλλωστε, ρίχνοντας μια ματιά στο παρελθόν, θα δούμε πως πολλοί καταξιωμένοι παιδαγωγοί (Μοntessori, Cousinet), είχαν θέσει το παιχνίδι, ως βασικό ‘’λίθο’’, για να χτίσουν τη θεωρία τους. Η ενασχόληση των παιδιών με το παιχνίδι, είναι για αυτά μία σοβαρή δουλειά, που απαιτεί συγκέντρωση και καμιά φορά συνεργασία, για να επιτευχθεί ο στόχος τους.

Γνωρίζουμε πως πλέον, πολλά είναι τα παιχνίδια εντυπωσιασμού και ανταγωνισμού, που φυσικά για παιδιά προσχολικής ηλικίας, δεν ενδείκνυνται. Τα παιδιά τέτοιας ηλικίας, δε θα πρέπει να εντάσσονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο υπεροχής. Παρόλα αυτά, δεν αποκλείονται παιχνίδια όπου σύμμαχος και ανταγωνιστής του παιδιού, είναι ο ίδιος του ο εαυτός! Εκεί, τα παιδιά, μέσα από προβληματισμούς και σκέψη, προσπαθούν να φτάσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, ξεπερνώντας ένα ακόμη στάδιο δυσκολίας.

  Τα τρία χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών ηλεκτρονικών παιχνιδιών, που θεωρώ σημαντικό να αναφερθούν, ως παιδαγωγός, είναι τα εξής:

  • Αύξηση δυσκολίας (levelups): τα κυμαινόμενα επίπεδα δυσκολίας, ωθούν το παιδί να εξερευνήσει το παιχνίδι, θέτοντας ως στόχο την επιτυχή ολοκλήρωση του κάθε επιπέδου. Καθώς το παιδί καθοδηγείται ηχητικά (μιλώντας για νηπιακή ηλικία), από το ηλεκτρονικό σύστημα, δέχεται αυτό που και ο ίδιος ο εκπαιδευτικός προσφέρει,
  • την ανατροφοδότηση(γίνεται ένας ‘’διάλογος’’ μεταξύ παίχτη και παιχνιδιού).Έτσι, τα παιδιά, κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, μπαίνουν – ασυνείδητα βέβαια- σ
  • τη διαδικασία της αυτοαξιολόγησης, δηλαδή ‘’κρίνουν’’ τη δουλειά τους, με σκοπό, να δουλεύουν καλύτερα στο μέλλον.

Η χρήση των νέων τεχνολογιών στο χώρο του «ηλεκτρονικού παιχνιδιού» έχει δώσει θετικά αποτελέσματα και στην εκπαιδευτική διαδικασία ατόμων με αυτισμό ή μαθησιακών δυσκολιών. Σε αρκετές περιπτώσεις τα αυτιστικά παιδιά μαθαίνουν καλύτερα μέσα από εικόνες κι έτσι η προσαρμοσμένη οθόνη αφής και οι εφαρμογές που προσφέρει το iPad διευκολύνουν πάρα πολύ τα παιδιά αυτά να μάθουν και να επικοινωνήσουν.

Τα παιδιά με αυτισμό τείνουν να μένουν περισσότερη ώρα συγκεντρωμένα και απασχολημένα όταν χρησιμοποιούν συσκευές όπως το iPad, αντί τα παραδοσιακά PECS βιβλία (πρόκειται για βιβλία που εφαρμόζουν το σύστημα Επικοινωνίας μέσω Ανταλλαγής Εικόνων – Picture Exchange Communication System).Με το iPad μπορείς να χειριστείς την οθόνη. Με τα βιβλία τύπου PECS, μπορείς μονάχα να δουλέψεις με τις εικόνες. Αυτού του είδους, όμως, ο περιορισμός οδηγεί τα αυτιστικά παιδιά στο να χάσουν το ενδιαφέρον τους.

Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται ότι από συσκευές τύπου tablet ή iPad παιδιά με ευρύτερες μαθησιακές δυσκολίες, καθώς μπορούν να διδαχθούν σημαντικές δεξιότητες, όπως, για παράδειγμα, γραφή.Μάλιστα, αναφέρεται ότι η εκμάθηση της γραφής με τη χρήση iPad είναι εύκολη, ενδιαφέρουσα και αρέσει στα παιδιά, καθώς, επίσης, και πολύ ενθαρρυντική.

Γι’ αυτό και τα ηλεκτρονικά εκπαιδευτικά παιχνίδια, μπορούν να επιφέρουν θεμιτά αποτελέσματα και σε άτυπους χώρους μάθησης, όπως είναι το σπίτι. Υπάρχει, μάλιστα, και μία πληθώρα λογισμικών προγραμμάτων και εκπαιδευτικών εφαρμογών για ΓΟΝΕΙΣ που θα τους βοηθήσει να αντικαταστήσουν τα μονότονα παιχνίδια που «κατεβάζουν» από το διαδίκτυο με σύγχρονες εφαρμογές που προάγουν την αντίληψη και τη μαθησιακή ικανότητα του παιδιού τους!

*Η κ. Κωνσταντίνα Σερμπέζη είναι Νηπιαγωγός-Παιδαγωγός, ειδικευόμενη σε προγράμματα πρώϊμης παρέμβασης

Αρθρογράφος